Πώς θα μπορούσε άραγε να νιώθει ένα άτομο με έντονη συστολή για τον κόσμο;

Εάν το είχαμε μπροστά μας πιθανόν θα μας έλεγε: ‘’Ξέρετε πόσο δύσκολο για μένα είναι να είμαι σε μια κοινωνική εκδήλωση; Καταρχήν νοιώθω ότι είμαι το επίκεντρο της προσοχής και ότι οι γύρω με παρατηρούν συνέχεια. Είμαι σε ετοιμότητα στο εάν σχολιάσουν αρνητικά κάθε μου κίνηση, κάθε τι που θα πω. Ζω με το άγχος της κριτικής από τους άλλους. Μπορεί να αρχίζουν να τρέμουν τα χέρια μου, να κοκκινίζω, να ιδρώνω, η καρδιά μου να χτυπάει δυνατά. Συνήθως θα περιμένω να περάσει η ώρα και να τελειώσει αυτό το μαρτύριο για μένα. Να μείνω μέσα στο κόσμο όσο το δυνατόν πιο απαρατήρητος. Και εάν κάποιος από εκεί μου απευθύνει τον λόγο θα μιλάω πιθανόν πολύ γρήγορα από το άγχος μου ή μπορεί και να μην μου βγαίνει λέξη ή να του απαντήσω τόσο σιγά που με δυσκολία θα καταλάβει αυτό που του είπα. Ξέρεις πώς είναι η ζωή μου; Νοιώθω μόνος, νοιώθω ότι η ζωή μου μένει στάσιμη και εξαιτίας του φόβου μου δεν κάνω τίποτα για αυτήν. Δεν μπορώ να δείξω προς τους άλλους αυτό που πραγματικά είμαι γιατί φοβάμαι μην με απορρίψουν, μην μου ασκήσουν κριτική. Είναι σαν να έχω τα μάτια τους καρφωμένα πάνω μου και σαν να παρακολουθούν την κάθε μου κίνηση. Σαν να περιμένουν το παραμικρό λάθος μου για να με κριτικάρουν, να με σχολιάσουν…’’
 
Ένα άτομο με έντονη κοινωνική συστολή αισθάνεται πως ότι και να κάνει οι άλλοι θα τον κρίνουν αρνητικά και θα τον αποδοκιμάσουν. Αυτό μπορεί να το νοιώθει σε οποιαδήποτε κοινωνική περίσταση. Από το να είναι έξω με μια παρέα μέχρι να περνάει από μία επαγγελματική συνέντευξη.
 
Αυτό έχει ως άμεση συνέπεια να αποφεύγει όσο το δυνατόν την αλληλεπίδραση με τους άλλους ανθρώπους καθώς αυτό τον  ανακουφίζει προσωρινά από το έντονο άγχος και τη δυσφορία που νοιώθει. Μπορεί να έχει περιορισμένη κοινωνική ζωή και λίγους φίλους, να μην δουλεύει ή να μην έχει σχέση εξαιτίας αυτής την έντονης κοινωνικής αμηχανίας που τον διακατέχει. Συνήθως δεν λέει τη γνώμη του, συμφωνεί με όλα, δεν διεκδικεί και υιοθετεί ένα παθητικό τρόπο ζωής.
 
Το γεγονός αυτό συντηρεί την χαμηλή αυτοεκτίμηση καθώς σκέφτεται ότι ‘’δεν εκφράζω και δεν διεκδικώ αυτό που θέλω’’.
 
Χρειάζεται να τροποποιηθούν οι σκέψεις για φόβο αποτυχίας, ταπείνωσης ή αμηχανίας. Ότι οι γύρω του το κρίνουν και το παρατηρούν διαρκώς.
 
Τεχνικές χαλάρωσης θα το βοηθήσουν στο να μάθει να διαχειρίζεται το έντονο άγχος που νοιώθει σε καταστάσεις έκθεσης.
 
Άλλη σημαντική παράμετρος της θεραπείας είναι η έκθεση.
 
Η έκθεση γίνεται με μικρά διαδοχικά βήματα πρώτα σε επίπεδο φαντασίας και μετά σε πραγματικές συνθήκες πάντα βέβαια με τη στήριξη του θεραπευτή σε αυτό.
Ένα μήνυμα που θα μπορούσαμε να πούμε σε ένα άτομο που βιώνει κάτι τέτοιο είναι ότι ‘’Καταλαβαίνω πόσο δύσκολο είναι αυτό για σένα που το βιώνεις, όμως δώσε τον εαυτό σου την ευκαιρία  να το αντιμετωπίσει γιατί με αυτό τον τρόπο θα μπορέσεις να πάρεις τη ζωή στα χέρια σου…’’.
 


Ψυχολόγος – Ψυχοθεραπεύτρια
Βουλτσίδου Κατερίνα